Ο Arthur Rimbaud στον Paul Verlaine
(απάντηση)
Γύρισε, γύρισε, ακριβέ φίλε, μοναδικέ φίλε, γύρισε. Στ' ορκίζομαι πως θα είμαι καλός. Αν υπήρξα γκρινιάρης μαζί σου δεν ήταν παρά ένα πεισματάρικο αστείο και μετανιώνω όσο δεν μπορείς να φανταστείς. Γύρισε, θα ξεχαστούν όλα γρήγορα. Τι δυστυχία να πιστέψεις σ' αυτό το αστείο. Δεν σταμάτησα να κλαίω εδώ και δυο μέρες. Γύρισε. Θάρρος, ακριβέ μου φίλε. Τίποτα δεν χάθηκε. Δεν έχεις παρά να ξανακάνεις το ταξίδι. Θα ξαναφτιάξουμε τη ζωή μας εδώ με θάρρος και υπομονή. Αχ! Σε ικετεύω. Είναι για το καλό σου άλλωστε. Γύρισε, θα ξαναβρείς εδώ όλα σου τα πράγματα. Ελπίζω να καταλαβαίνεις τώρα πως δεν υπήρχε τίποτα αληθινό στη συζήτησή μας. Ω, η φρικτή στιγμή! μα κι εσύ, σαν σου ‘κανα νόημα να κατεβείς απ΄το πλοίο, γιατί δεν ερχόσουνα; Zήσαμε δυο χρόνια μαζί για να φτάσουμε ως εδώ; Tι θα κάνεις; Αν δεν θέλεις να γυρίσεις, θέλεις μήπως να ‘ρθω να σε βρω εκεί όπου βρίσκεσαι;
Nαι, το λάθος ήτανε δικό μου.
Ε, δεν θα με ξεχάσεις, έτσι;
Όχι δεν μπορείς να με ξεχάσεις.
Εγώ, σ’ έχω πάντα εδώ.
Έλα, απάντησε στο φίλο σου, μήπως δεν πρέπει πια να ζούμε μαζί;
Θάρρος, απάντησέ μου γρήγορα.
Δεν μπορώ να μείνω άλλο εδώ πέρα.
Ν’ ακούσεις μοναχά αυτό που σου λέει η καρδιά σου.
Γρήγορα λέγε αν πρέπει νάρθω να σε βρω.
Δικός σου για όλη τη ζωή.
Ρεμπώ
Απάντησε γρήγορα, δεν μπορώ να μείνω εδώ αργότερα απ' τη Δευτέρα το βράδυ. Είμαι πάλι απένταρος, αυτό το γράμμα δεν μπορώ να το ταχυδρομήσω. Εμπιστεύτηκα στο Vermersch τα βιβλία και τα χειρόγραφά σου.
Αν είναι να μη σε ξαναδώ πια θα καταταγώ εθελοντής στο ναυτικό ή στο στρατό.
Ω γύρισε, κλαίω όλες τις ώρες. Πες να σε ξαναβρώ, και θαρθώ, πες μου το, τηλεγράφησέ μου. - Πρέπει να φύγω Δευτέρα βράδυ, πού πας, τι σκοπεύεις να κάνεις;
Λονδίνο, 4 Ιουλίου 1873
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου